- οκτώβιβλος
- ὀκτώβιβλος, ἡ (Α)συγγραφικό έργο το οποίο διαιρείται σε οκτώ βιβλία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτώ + βίβλος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὀκτωβίβλου — ὀκτώβιβλος a workin eight volumes fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… … Dictionary of Greek
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek